Περιπτώσεις επικίνδυνης ιατρικής.1ο περιστατικό.
(-άρθρο:Περιπτώσεις επικίνδυνης ιατρικής-) Το τηλέφωνο στον καρδιολόγο έγινε από μια κυρία η οποία δήλωσε γνωστή μιας ασθενούς του. Το αίτημά της ήταν να υποβληθεί σε ένα Holter ρυθμό 24ώρου που της ζήτησε ο καρδιολόγος της. Για όσους δεν γνωρίζουν αυτή η εξέταση αφορά μια εικοσιτετράωρη καταγραφή του καρδιογραφήματος, προκειμένου συνήθως να αναγνωριστούν αρρυθμίες που δεν μπορούν να καταγραφούν στο απλό ηλεκτροκαρδιογράφημα. Όπως εξήγησε η κυρία. αισθανόταν πάρα πολύ μεγάλη αδυναμία και για το λόγο αυτό έκανε ένα καρδιογράφημα στον καρδιολόγο της, ο οποίος δεν βρήκε κάτι το παθολογικό και για αυτό το λόγο ζήτησε αυτήν την ειδική καταγραφή.
Όταν η ασθενής ήρθε στο ιατρείο, ο καρδιολόγος διεπίστωσε βλέποντας το καρδιογράφημα που είχε μαζί της, ότι αυτό παρουσίαζε μια πάρα πολύ σοβαρή διαταραχή που ονομάζεται πλήρης κολποκοιλιακός αποκλεισμός. Αυτός αφορά την διακοπή του ηλεκτρικού ρεύματος ανάμεσα στα δύο μέρη της καρδιάς στους κόλπους και τις κοιλίες, με αποτέλεσμα το ηλεκτρικό ρεύμα που παράγεται στις τελευταίες να αφορά μια πάρα πολύ χαμηλή συχνότητα, συνήθως μικρότερη από 40 σφυγμούς που μπορεί σιγά σιγά να εξελιχθεί επικίνδυνα και να φτάσει μέχρι και την πλήρη διακοπή της λειτουργίας της καρδιάς και το θάνατο. Για αυτό το λόγο, στις περιπτώσεις αυτές θα πρέπει κάποιος να οδηγηθεί επειγόντως στο νοσοκομείο για να βάλει βηματοδότη που θα του εξασφαλίσει την φυσιολογική ηλεκτρική λειτουργία της καρδιάς.
Περιπτώσεις επικίνδυνης ιατρικής.Το καρδιογράφημα έδειχνε,αλλά ο καρδιολόγος δεν είχε καταλάβει τίποτα.
Ο καρδιολόγος της είχε δει το καρδιογράφημα αυτό, αλλά δεν είχε καταλάβει τίποτα. Ούτε για το πόσο επικίνδυνη ήταν αυτή η κατάσταση, αλλά ούτε καν για το ότι το καρδιογράφημα αυτό ήταν παθολογικό. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα η ασθενής να κυκλοφορεί για αρκετές ημέρες με ένα άκρως επικίνδυνο πρόβλημα, το οποίο θα μπορούσε να είχε διαγνωστεί ήδη από το καρδιογράφημα που κρατούσε και φυσικά. δεν υπήρχε κανένας λόγος να υποβληθεί σε Holter γιατί ήδη η διάγνωση βρισκόταν στο καρδιογράφημα της.
Στην επικοινωνία που έγινε με τον πρώτο της καρδιολόγο ο καρδιολόγος μας αντιλήφθηκε ότι ο ίδιος δεν είχε καταλάβει τίποτα, ακόμη και όταν του εξήγησε το πρόβλημα το οποίο είχε η κυρία και συναίνεσε απλώς για λόγους ευγενείας στο να βάλει «κάποια στιγμή» η ασθενείς βηματοδότη. Όμως ήταν ανάγκη αυτό να γίνει επειγόντως γι’ αυτό απεστάλη εσπευσμένα στο εφημερεύον νοσοκομείο και μετά από λίγες ώρες η έκπληκτη ασθενής είχε ήδη πάρει το βηματοδότη της και ήταν πια ασφαλής. Θα μπορούσε να είχε πεθάνει και αυτό χάρη στην άγνοια του καρδιολόγου που την παρακολουθούσε.
Ποιος εξασφαλίζει για τις γνώσεις ενός γιατρού που αναλαμβάνει την ευθύνη ασθενών;
Το μικρό αυτό περιστατικό, που δεν είναι σίγουρα το μοναδικό, θέτει ένα πολύ σοβαρό ερώτημα, ποιος εξασφαλίζει για τις γνώσεις ενός καρδιολόγου ή ενός οποιουδήποτε άλλου γιατρού που αναλαμβάνει την ευθύνη ασθενών; Θα πείτε ότι το ότι έχει ήδη την ειδικότητα είναι μια εξασφάλιση, θα αισθανόσασταν όμως πολύ λιγότερο ασφαλείς εάν σας πληροφορούσαμε ότι δυστυχώς στην Ελλάδα οποίος επιχειρεί παίρνει τελικά την ειδικότητα.
Ο νόμος ορίζει ότι αν κάποιος αποτύχει 3 φορές στις εξετάσεις του για τη λήψη ειδικότητας, επαναλαμβάνει για ένα ακόμη εξάμηνο την εκπαίδευσή του και αν δεν καταφέρει να περάσει και πάλι τις εξετάσεις, τότε δεν του δίνεται πια η δυνατότητα να πάρει την ειδικότητα την οποία έχει επιλέξει. Όμως, επειδή ακριβώς ζούμε στην Ελλάδα ο νόμος έχει διαστρεβλωθεί και έτσι οι 3 απόπειρες αυτές δεν καταγράφονται όταν είναι ανεπιτυχείς. Και μπορεί ο υποψήφιος να δώσει πολύ περισσότερες φορές εξετάσεις και κάποια από αυτές κατόπιν πιέσεων που θα ασκηθούν και στους εξεταστές, θα πάρει τελικά την πολυπόθητη ειδικότητα. Άρα η δικλείδα ασφαλείας, η οποία εξασφαλίζει μια στοιχειώδη γνώση, δεν είναι δυστυχώς εν ενεργεία στη χώρα μας.
Πως εξασφαλίζεται ότι κάποιος που έχει πάρει την ιατρική του ειδικότητα είναι επαρκής;
Αλλά ακόμη και αν κάποιος πραγματικά έχει πάρει την ειδικότητα του, ποιος εξασφαλίζει: Πρώτον ότι έχει ανανεώσει τις γνώσεις του και άρα βρίσκεται μέσα στη σύγχρονη επιστημονική πραγματικότητα και δεύτερον για το ότι οι διανοητικές του δυνατότητες είναι τέτοιες που του επιτρέπουν να ασκεί την ιατρική αυτή τη στιγμή. Δυστυχώς, βάσει της κείμενης νομοθεσίας, μπορεί κανείς να ασκεί την ιατρική μέχρι τα βαθιά του γεράματα και συναντούμε πραγματικά ογδοντάχρονος, ογδονταπεντάχρονους και ενενηντάχρονους ακόμα γιατρούς, οι οποίοι επικαλούμενοι την εμπειρία τους, ασκούν ακόμη ιατρική. Όμως δεν αρκεί η εμπειρία, χρειάζονται και οι διανοητικές και σωματικές δυνατότητες, αλλά και η εξασφάλιση ότι αυτές είναι εν επαρκεία. Για να πάρει κανείς το δίπλωμα της οδήγησης θα πρέπει θεωρητικά να περάσει από γιατρούς, άσχετα αν και αυτός ο νόμος έχει καταστρατηγηθεί στη χώρα μας. Ο γιατρός από ποιόν ελέγχεται;
Με ποιο τρόπο μπορεί κανείς να εξασφαλίσει ότι μπορεί πραγματικά να αναλάβει την ευθύνη της ζωής ενός ασθενούς; Είναι πραγματικά πολύ δυσάρεστο όταν διαπιστώνει κανείς ότι πολλοί γιατροί, είτε διότι δεν μπορούν να καταλάβουν την αδυναμία τους είτε διότι ενώ την καταλαβαίνουν, δεν θέλουν να την παραδεχτούν για λόγους κοινωνικούς, προσωπικούς, οικονομικούς, συνεχίζουν να ασκούν την ιατρική χωρίς τις απαραίτητες προϋποθέσεις. Αλλά και νεότεροι γιατροί, οι οποίοι με κάποιο έμμεσο τρόπο κατάφεραν τελικά να πάρουν την ειδικότητα τους, ασκούν την ιατρική χωρίς να είναι πραγματικά ικανοί για κάτι τέτοιο.
Περιπτώσεις επικίνδυνης ιατρικής. Θα έπρεπε να υπάρχει κάποιος τρόπος ελέγχου.
Θα έπρεπε λοιπόν να υπάρχει κάποιος τρόπος ελέγχου, κάποιες εξετάσεις, κάποιες αξιολογήσεις, οι οποίες να δίνουν τη δυνατότητα στον γιατρό να μπορεί να προχωρά και να συνεχίζει τη δραστηριότητά του. Στο επίπεδο του νοσοκομείου αυτό είναι πολύ πιο απλό γιατί υπάρχει η ομαδική εργασία και η αξιολόγηση του καθενός από τους υπόλοιπους συνεργάτες του. Σε επίπεδο όμως ιδιωτικής ιατρικής και μάλιστα της ιατρικής ενός ιατρείου, αυτό είναι πάρα πολύ δύσκολο. και είναι πραγματικά, δυστυχώς πολύ συχνό το φαινόμενο η ιατρική, η οποία ασκείται να είναι επικίνδυνη.
Επαφίεται επομένως στην αξιολόγηση του ασθενούς, ο οποίος με το ένστικτο και με τις λίγες γνώσεις που διαθέτει και την αντίληψη που μπορεί να έχει, καταλαβαίνει κάποιες φορές το ότι ο γιατρός που έχει απέναντί του είναι επαρκής. Άλλες φορές όμως η καλοσύνη του, η ευγένεια, η διάθεσή του και όλα τα υπόλοιπα, τα οποία προσπαθούν να καλύψουν την ανεπάρκεια των γνώσεών του, τους παραπλανούν, με αποτέλεσμα, όπως και στην περίπτωση του καρδιολόγου που προαναφέραμε να τον εμπιστεύονται και να δυσκολεύονται να πειστούν ότι δεν τους καθοδήγησε σωστά. Δεν είναι λοιπόν και δεν πρέπει να είναι ευθύνη του ασθενούς, αλλά ευθύνη της οργανωμένης ιατρικής κοινότητας και της κρατικής οντότητας ο έλεγχος της δυνατότητας ενός γιατρού να ασκεί το λειτούργημά του γιατί σε κάθε άλλη περίπτωση θρηνούμε ανθρώπινες ζωές, θρηνούμε απώλειες της υγείας και δεν είναι λίγες οι φορές που ενώ είναι πολύ γνωστό ότι κάτι συμβαίνει με κάποιον γιατρό, κανείς δεν μπορεί και δε θέλει να ανακόψει την δραστηριότητά του.
Περιπτώσεις επικίνδυνης ιατρικής.2ο περιστατικό.
Την εποχή που έκανα το αγροτικό μου σε ένα επαρχιακό νοσοκομείο κοντά στην Αθήνα, πληροφορήθηκα ότι λίγα χρόνια πριν υπηρετούσε ως επιμελήτρια Β, μια καρδιολόγος η οποία είχε μια ψυχική διαταραχή. Αυτό την οδηγούσε στο να θέτει σε κίνδυνο τις ζωές των ασθενών, άλλες φορές επιχειρώντας να τους απινίδωσει με ηλεκτρικό ρεύμα ενώ δεν υπήρχε λόγος και άλλες φορές χορηγώντας τους ακατάλληλα και επικίνδυνα φάρμακα, τα οποία μέσα στην ψύχωση της νόμιζε ότι θα τους βοηθούσαν. Επειδή ακριβώς η διαδικασία απομάκρυνσης της γιατρού αυτής ήταν πολύ χρονοβόρα, κλήθηκε η αδελφή της, η οποία ήταν επίσης γιατρός και απειλήθηκε ότι αν δεν παραιτείτο δεν θα μπορούσε να δουλέψει ξανά γιατί θα ακολουθούσαν όλοι την πειθαρχική διαδικασία.
Έτσι, η γιατρός αυτή δέχτηκε να παραιτηθεί και έφυγε από το νοσοκομείο αυτό. Λίγους μήνες αργότερα, όταν βρέθηκα σε ένα νοσοκομείο της Αθήνας για να συνεχίσω την ειδικότητά μου, έμαθα για κάποια γιατρό η οποία εδώ και λίγο διάστημα υπηρετούσε σε κάποιο γειτονικό νοσοκομείο, και η οποία ενοχλούσε με διάφορες. λανθασμένες διαγνώσεις συνεχώς στο νοσοκομείο μας και στο οποίο διακόμιζε ασθενείς. Με έκπληξη, διαπίστωσα ότι ήταν ίδια γιατρός, η οποία αφού απορρίφθηκε στα κρυφά από το ένα νοσοκομείο βρέθηκε τελικά και μάλιστα με ανώτερη θέση, αυτή της επιμελήτριας Α να ασκεί τα καθήκοντά της στο άλλο νοσοκομείο. Τέτοιες ιστορίες δυστυχώς δημιουργούν ανασφάλειες οι οποίες θα ήταν απλά γραφικές εάν δεν απειλούσαν ανθρώπινες ζωές.